- συμπαθούντες
- συμπαθοῦντεςσυμπαθέωto be sympathetically affected: pres part act masc nom /voc pl (attic epic doric )συμπαθέωto be sympathetically affected: pres part act masc nom /voc pl (attic epic doric )
Morphologia Graeca. 2013.
Morphologia Graeca. 2013.
συμπαθοῦντες — συμπαθέω to be sympathetically affected pres part act masc nom/voc pl (attic epic doric) συμπαθέω to be sympathetically affected pres part act masc nom/voc pl (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βολιβία — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει στα Β και στα ΒΑ με τη Βραζιλία, στα Δ με το Περού και τη Χιλή και στα Ν με την Αργεντινή και την Παραγουάη.Η Β. είναι η μοναδική χώρα της Νότιας Αμερικής, μαζί με την Παραγουάη, που δεν έχει έξοδο προς τη… … Dictionary of Greek
Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… … Dictionary of Greek
συμπαθώ — συμπαθώ, συμπάθησα βλ. πίν. 73 Σημειώσεις: συμπαθώ : η λόγια μτχ. ενεστώτα έχει επιβιώσει ως ουσιαστικό (οι συμπαθούντες αυτοί που υποστηρίζουν κάποιο πολιτικό κόμμα χωρίς να είναι μέλη). Στον απλό προφορικό λόγο απαντάται ορισμένες φορές και η… … Τα ρήματα της νέας ελληνικής